Πρώτα συμπτώματα, εικόνες και αποτελεσματικές θεραπείες
Μύθοι και αλήθειες για τη λεύκη
Οι λευκές κηλίδες στο δέρμα είναι μεταδοτικές.
Η λεύκη δεν ανήκει στα λοιμώδη ή μεταδοτικά νοσήματα. Δεν είναι μόλυνση και δεν προκαλείται από μικρόβια. Ως εκ τούτου, οι λευκές κηλίδες δεν μεταδίδονται με σωματική ή άλλη επαφή από τον πάσχοντα σε κάποιον άλλο άνθρωπο. Τα αίτια σχηματισμού τους οφείλονται σε άλλους παράγοντες, που έχουν αναλυθεί εκτενώς παραπάνω (π.χ. αυτοάνοσο, κληρονομικό, εκ γενετής, μεταβολικό κ.ά.)
Η λεύκη εμφανίζεται πιο συχνά σε ανοιχτόχρωμα δέρματα.
Η λεύκη εμφανίζεται με την ίδια συχνότητα σε όλες τις φυλές και σε όλους τους δερματικούς φωτοτύπους. Η μόνη διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι τα άτομα με σκουρόχρωμο δέρμα δύνανται να το παρατηρήσουν πιο γρήγορα και πιο εύκολα, λόγω της εμφανούς αλλαγής του χρώματος. Τα άτομα με ανοιχτόχρωμο δέρμα συνήθως παρατηρούν την απώλεια χρώματος του δέρματός τους κατά την καλοκαιρινή περίοδο μετά την έκθεσή τους στον ήλιο, όπου η αντίθεση ανάμεσα στο προσβεβλημένο από τη λεύκη και το μαυρισμένο από τον ήλιο δέρμα γίνεται πιο εμφανής.
Η λεύκη αυξάνει τις πιθανότητες να εμφανίσεις καρκίνο του δέρματος.
Ακριβώς το αντίθετο. Όλο και περισσότερες μελέτες καταδεικνύουν τη σχετική «προστατευτική» δράση της λεύκης έναντι του καρκίνου του δέρματος (αμελανωτικού καρκίνου και μελανώματος). Οι ασθενείς με λεύκη έχουν μικρότερη πιθανότητα να εμφανίσουν καρκίνο δέρματος στις περιοχές που εντοπίζεται η πάθηση. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν πρέπει να μας εφησυχάζει. Είναι απαραίτητη η καθημερινή αντηλιακή προστασία και ο τακτικός δερματολογικός έλεγχος που πραγματοποιείται μόνο από ειδικό γιατρό.
Η άμμος και η θάλασσα δεν αντανακλούν την ηλιακή ακτινοβολία. Αυτό σημαίνει ότι αν καθόμαστε στη σκιά δεν κινδυνεύουμε από τον ήλιο.
Η άμμος και η θάλασσα αντανακλούν μέχρι και το 50% της ηλιακής ακτινοβολίας. Συνεπώς η παραμονή στη σκιά δεν αρκεί για την προστασία από τον ήλιο. Είναι απαραίτητη δηλαδή η χρήση αντηλιακού με υψηλό δείκτη προστασίας ακόμα και στη σκιά. Το αντηλιακό πρέπει να ανανεώνεται κάθε 2 ώρες, καθώς και μετά την έξοδό μας από το νερό.