Vaccination
Ποια είναι απαραίτητα για την υγεία του παιδιού
Τι είναι τα εμβόλια και πώς δρουν
Τα εμβόλια στοχεύουν στην ανοσοποίηση του οργανισμού απέναντι σε σοβαρές ασθένειες που οφείλονται σε βακτήρια και ιούς. Ένα εμβόλιο μπορεί να περιέχει κατά περίπτωση είτε αδρανοποιημένα είτε ζώντα εξασθενημένα στελέχη ιών και βακτηρίων. Ο σκοπός εισαγωγής αυτών των στελεχών στον ανθρώπινο οργανισμό, είναι η δημιουργία αντισωμάτων προκειμένου να ενισχυθεί η άμυνα. Ουσιαστικά, με τον εμβολιασμό, ο οργανισμός αναγνωρίζει το συγκεκριμένο στέλεχος κάθε φορά, προετοιμάζει τα “όπλα” του, παράγοντας τα κατάλληλα αντισώματα, ώστε εάν εκτεθεί στο συγκεκριμένο στέλεχος στο μέλλον να το αντιμετωπίσει. Έτσι, με τον εμβολιασμό, ο οργανισμός και να μολυνθεί από ένα στέλεχος, δεν θα νοσήσει με σοβαρά συμπτώματα και δεν θα κινδυνεύσει η ανθρώπινη ζωή.
Αναλυτικότερα, ένα εμβόλιο δρα ως εξής: το ανοσοποιητικο σύστημα “εκλαμβάνει” την είσοδο των αδρανοποιημένων ή ζώντων εξασθενημένων βακτηρίων και ιών στον οργανισμό ως αντιγόνα και αρχίζει να παράγει αντισώματα εναντίον τους. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί η σχέση “κλειδιού-κλειδαριάς” μεταξύ αντιγόνων και αντισωμάτων, καθώς η παραγωγή των αντισωμάτων είναι εξαιρετικά εξειδικευμένη για κάθε αντιγόνο. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο είναι απαραίτητος ο εμβολιασμός με διαφορετικά εμβόλια, ώστε να δημιουργηθεί μια πληθώρα διαφορετικών αντισωμάτων.
Έτσι, το σώμα όταν ξανάρθει σε επαφή με το αντίστοιχο βακτήριο ή ιό, ο οργανισμός το αναγνωρίζει και το “θυμάται”, καθώς έπειτα από τον εμβολιασμό έχει αναπτύξει και εξειδικευμένα κύτταρα μνήμης. Το αποτέλεσμα είναι η άμεση καταστροφή των “ξένων εισβολέων” και η αποφυγή εκδήλωσης της ασθένειας. Αυτή η κυτταρική μνήμη διατηρείται ακόμη και δεκαετίες αργότερα και καλείται ανοσία.
Η αποτελεσματικότητα των εμβολίων έχει συμβάλει σημαντικά στην πρόληψη μολυσματικών και θανατηφόρων ασθενειών εδώ και δεκαετίες. Λοιμώξεις που στο παρελθόν αποτελούσαν αιτία μόνιμης εγκεφαλικής βλάβης, κινητικής παράλυσης, στειρότητας, αναπηριών ή ακόμη και θανάτου, πλέον έχουν εξαλειφθεί. Ασθένειες όπως η πολιομυελίτιδα, ο τέτανος, η ιλαρά, η διφθερίτιδα, η ερυθρά, η παρωτίτιδα είτε δεν εμφανίζονται πια είτε είναι λίγα και μεμονωμένα τα περιστατικά που περιορίζονται κυρίως σε ανεμβολίαστες ομάδες του πληθυσμού. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι θανατηφόρες ασθένειες δεν υπάρχουν πια λόγω του εμβολιασμού και της καθολικής κάλυψης του πληθυσμού. Αν η “ανοσία αγέλης” δεν υφίσταται πλέον, με αρκετά άτομα ανεμβολίαστα ανάμεσά μας, τότε η προστασία δεν είναι επαρκής, ειδικά για τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού που είναι τα βρέφη, οι ηλικιωμένοι και οι ανοσοκατεσταλμένοι.
Εμβόλιο Bexsero
Το bexsero ή αλλιώς εμβόλιο για τον μηνιγγιτιδόκοκκο β εφαρμόζεται για την πρόληψη της διηθητικής μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου. Η εκδήλωση της νόσου οφείλεται στο βακτήριο N. Meningitidis. Όταν το βακτήριο εισέρχεται στον οργανισμό εξαπλώνεται σε όλο το σώμα, προκαλώντας σοβαρές επιπλοκές στον εγκέφαλο, στη σπονδυλική στήλη και στο αίμα (μηνιγγίτιδα, σηψαιμία).
Το εμβόλιο αυτό δρα ενισχύοντας την άμυνα του οργανισμού απέναντι στη νόσο. Όταν χορηγηθεί, το ανοσοποιητικό σύστημα αναγνωρίζει ως ξένη ουσία τα εισαγόμενα στελέχη του βακτηρίου, με αποτέλεσμα την έναρξη παραγωγής αντισωμάτων εναντίον τους και ειδικών κυττάρων μνήμης. Έτσι, στην περίπτωση που ένα άτομο εκτεθεί μελλοντικά στο συγκεκριμένο βακτήριο, τα κύτταρα μνήμης αναγνωρίζουν και “θυμούνται” τον ξένο οργανισμό. Το ανοσοποιητικό σύστημα ενεργοποιείται, καταστρέφει τις ξένες ουσίες, με αποτέλεσμα να μη νοσήσει το παιδί.
Οι παρενέργειες που μπορεί να ακολουθήσουν τις επόμενες μέρες από τη χορήγηση του εμβολίου είναι ο πονοκέφαλος, ο πυρετός, η υπνηλία, το εξάνθημα, η διάρροια, ο εμετός, το κλάμα/γκρίνια, η αρθραλγία και η απώλεια όρεξης. Στο φύλλο οδηγιών του εμβολίου αναφέρονται αναλυτικά όλες οι πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Εμβόλιο ιλαράς- παρωτίτιδας- ερυθράς (MMR)
Το εμβόλιο MMR για την ιλαρά, την παρωτίτιδα και την ερυθρά περιέχει ζώντες εξασθενημένους ιούς. Οι 3 αυτές ασθένειες μεταδίδονται πολύ εύκολα (με τα σταγονίδια του βήχα ή του φτερνίσματος) και οι επιπλοκές τους είναι σοβαρές, καθώς μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και στο θάνατο. Το εμβόλιο MMR μπορεί να χορηγηθεί όχι νωρίτερα από τους 12 μήνες ζωής ενός μωρού και γίνεται σε 2 δόσεις.
Εμβόλιο ηπατίτιδας
Τα εμβόλια για την πρόληψη της ηπατίτιδας είναι δύο: για την ηπατίτιδα Α και για την ηπατίτιδα Β. Το εμβόλιο για την ηπατίτιδα Α συνιστάται να χορηγείται σε παιδιά 2 ετών σε 2 δόσεις. Επίσης, μπορεί να χορηγηθεί και σε ενήλικες που πρόκειται να ταξιδέψουν σε ενδημική χώρα, τουλάχιστον 2 εβδομάδες πριν το προγραμματισμένο ταξίδι.
Το εμβόλιο για την ηπατίτιδα Β μπορεί να χορηγηθεί από τη γέννηση και ολοκληρώνεται σε 4 δόσεις. Στην περίπτωση που η μητέρα είναι φορέας του ιού, το βρέφος θα πρέπει να εμβολιαστεί κατά τη γέννηση. Εάν δεν είναι φορέας, το παιδί εμβολιάζεται στο 2ο μήνα της ζωής του και πρέπει να του χορηγηθούν 3 δόσεις συνολικά μέχρι την ηλικία των 18 μηνών, με ελάχιστο μεσοδιάστημα χορήγησης τις 4 εβδομάδες. Η τελευταία δόση δεν πρέπει να χορηγηθεί πριν τους 6 μήνες.
Εμβόλιο γρίπης και πνευμονιόκοκκου
Το εμβόλιο για τη γρίπη μπορεί να χορηγηθεί σε παιδιά από 6 μηνών και άνω, εάν πρόκειται για τριπλό αδρανοποιημένο και από 2 ετών, εάν πρόκειται για το ζων εξασθενημένο. Το εμβόλιο αυτό είναι προαιρετικό και συνιστάται να χορηγείται σε όλες τις ομάδες υψηλού κινδύνου.
Για τους ενήλικες το εμβόλιο για τη γρίπη χορηγείται μία φορά ετησίως και παρέχει υψηλή προστασία. Οι ομάδες του πληθυσμού οι οποίες συνιστάται να εμβολιάζονται είναι παιδιά και ενήλικες με χρόνιες νόσους όπως το άσθμα, ο διαβήτης, η νεφρική ή καρδιακή ανεπάρκεια, οι παχύσαρκοι, όσοι φροντίζουν μωρά κάτω των 6 μηνών ή ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς ή ηλικιωμένους, όσοι εργάζονται στο χώρο της υγείας, οι γυναίκες που διανύουν περίοδο εγκυμοσύνης. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι εμβόλιο δεν πρέπει να κάνουν όσοι έχουν ενεργή λοίμωξη ή αλλεργία σε κάποιο από τα συστατικά του εμβολίου.
Το εμβόλιο για τον πνευμονιόκοκκο συνιστάται να χορηγείται σε 3 δόσεις περίπου στους 2 μήνες ζωής σε όλα τα παιδιά ανεξαρτήτως παραγόντων κινδύνου. Αν καθυστερήσει ο εμβολιασμός μετά τους 6 μήνες, θα πρέπει να εμβολιαστούν με 2 δόσεις με ενδιάμεσο χρόνο χορήγησης τον 1 μήνα και μία 3η δόση με το 13-δύναμο στην ηλικία του 1 έτους. Το 23-δύναμο PPSV χορηγείται το νωρίτερο μετά από 2 μήνες μετά την τελευταία δόση του συζευγμένου σε παιδιά άνω των 2 ετών που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου να νοσήσουν από πνευμονιόκοκκο. Οι έγκυες γυναίκες δεν πρέπει να εμβολιάζονται.
Εμβόλιο HPV
Τα εμβόλια για τον HPV στοχεύουν στην προστασία από συγκεκριμένους υποτύπους του HPV και επομένως, εμφάνισης νοσημάτων που σχετίζονται με αυτούς. Δρουν προφυλακτικά, ωστόσο γίνεται μεγάλη προσπάθεια ώστε να υπάρξουν μελλοντικά και θεραπευτικά εμβόλια. Υπάρχουν τρία διαφορετικά εμβόλια ανάλογα με τον αριθμό και τους υποτύπους HPV τους οποίους στοχεύουν. Έτσι:
- Το διδύναμο (Cervarix), στοχεύει στους υποτύπους HPV 16,18
- Το τετραδύναμο (Gardasil), στοχεύει στους υποτύπους HPV 6,11,16,18
- Το εννιαδύναμο (Gardasil 9), στοχεύει στους υποτύπους HPV 6,11,16,18,31,33,45,52 και 58.
Γυναίκες: Συνιστάται ο εμβολιασμός για τον HPV στα 11-12 έτη, ενώ μπορεί να ξεκινήσει και από τα 9 έτη. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχει πραγματοποιηθεί εμβολιασμός στο παραπάνω χρονικό διάστημα ή δεν έχει ολοκληρωθεί το δοσολογικό σχήμα, μπορεί να γίνει και μεταξύ των ηλικιών 13-26 έτη.
Άνδρες: Συνιστάται ο εμβολιασμός για τον HPV στα 11-12 έτη, ενώ μπορεί να ξεκινήσει και από τα 9 έτη. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχει πραγματοποιηθεί εμβολιασμός στο παραπάνω χρονικό διάστημα ή δεν έχει ολοκληρωθεί το δοσολογικό σχήμα, μπορεί να γίνει και μεταξύ των ηλικιών 13-21 έτη. Για το ηλικιακό στάδιο των 22-26 ετών, ο εμβολιασμός θεωρείται, επίσης, σημαντικός σε ανοσοκατελμένους άνδρες (συμπεριλαμβανομένης της λοίμωξης με HIV) ή σε ομοφυλόφιλους, ενώ σε διαφορετική περίπτωση μπορεί να πραγματοποιηθεί, ωστόσο δεν ανήκει στον υποχρεωτικό εμβολιασμό, επομένως δε δικαιολογείται η συνταγογράφησή του.
Ιδανικά θα πρέπει κάποιος να κάνει το εμβόλιο για τον HPV πριν την έναρξη των σεξουαλικών επαφών. Σύμφωνα με δεδομένα σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού σε άνδρες και σε γυναίκες, αυτή θεωρείται μεγαλύτερη ανάμεσα σε άτομα τα οποία δεν έχουν μολυνθεί από τον HPV. Εάν έχουν, όμως, ήδη μολυνθεί από ορισμένους από τους υποτύπους οι οποίοι περιέχονται στα εμβόλια κατά του HPV και έπειτα πραγματοποιηθεί ο εμβολιασμός κατά του HPV, τότε κανένα από τα εμβόλια δε θα θεραπεύσει ή επιταχύνει την κάθαρση από τις υπαρχουσες κλινικές βλάβες ή λοιμώξεις.
Αν το τεστ ΠΑΠ σου είναι παθολογικό, γνωρίζεις ότι έχεις κονδυλώματα ή έχεις ήδη μολυνθεί από τον ιό HPV, αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορείς να εμβολιαστείς για να προφυλαχθείς από άλλα στελέχη του ιού. Το εμβόλιο παρέχει προστασία έναντι ορισμένων υποτύπων του HPV και όχι στο σύνολο των στελεχών του.
Δόσεις εμβολίου
Αν ο εμβολιασμός ξεκινήσει πριν τα 15 έτη: Απαιτούνται 2 δόσεις. Η πρώτη στο χρόνο 0 και η δεύτερη μετά από 6-12 μήνες από την πρώτη.
Αν ο εμβολιασμός ξεκινήσει μετά τα 15 έτη: Απαιτούνται 3 δόσεις. Η πρώτη στο χρόνο 0, η δεύτερη 1-2 μήνες μετά την πρώτη και η τρίτη 6 μήνες μετά την πρώτη δόση.
Στους ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς ισχύει ό,τι και για τα άτομα άνω των 15 ετών.
“Προσοχή! Αν χάσεις μια δόση του εμβολίου, δεν χρειάζεται να επαναλάβεις και τις προηγούμενες. Προχωράς από εκεί που έμεινες. Δεν πρέπει να κάνεις το εμβόλιο τις μέρες που πάσχεις από κάποια εμπύρετη νόσο. Τέλος, το εμβόλιο δεν υποκαθιστά τον τακτικό προληπτικό έλεγχο του τραχήλου της μήτρας, ο οποίος πρέπει να συνεχιστεί χωρίς παρεκκλίσεις.”
Παρενέργειες εμβολίων
Όλα τα εμβόλια μπορεί να προκαλέσουν παρενέργειες. Συνήθως αυτές οι παρενέργειες είναι ήπιες όπως για παράδειγμα τα δέκατα, η ανησυχία και το οίδημα ή ο πόνος στο σημείο της ένεσης. Κάποια εμβόλια προκαλούν προσωρινό πονοκέφαλο, κόπωση, υπνηλία, ευερεθιστότητα, ευαισθησία ή απώλεια όρεξης. Σπανιότερα, μπορεί να προκληθεί κάποια αλλεργική αντίδραση ή σπασμός. Για κάθε εμβόλιο υπάρχουν αναφερόμενες παρενέργειες ξεχωριστά.
Τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού είναι πολύ περισσότερα από τις πιθανές παρενέργειες για τα παιδιά. Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι εάν ένα παιδί έχει αλλεργία σε κάποιο από τα συστατικά του εμβολίου, τότε δεν πρέπει να εμβολιαστεί και πρέπει να συζητηθεί με το γιατρό εναλλακτική λύση. Επιπλέον, εάν ένα παιδί αναπτύξει επικίνδυνη για τη ζωή του αλλεργική αντίδραση σε ένα συγκεκριμένο εμβόλιο, συνιστάται να μην του χορηγηθούν οι επόμενες δόσεις. Ο γιατρός θα συμβουλέψει αρμοδίως τους γονείς για τα επόμενα βήματα.
Κόστος εμβολίων
Τα εμβόλια συνήθως συνταγογραφούνται από τους παιδιάτρους. Υπάρχουν 2 εμβόλια, ωστόσο, που δεν καλύπτονται από τον ΕΟΠΥΥ: το αντιγριπικό και το Bexsero.
Το κόστος του αντιγριπικού εμβολίου δεν είναι σταθερό και καθορίζεται ετησίως από την εταιρεία από την οποία διατίθεται, ενώ το bexsero κοστίζει 105€ ανά δόση.
Average cost and price range
Average service cost
Doctor.from
doctors
Price range for all areas
Μύθοι και αλήθειες για τα εμβόλια
Τα εμβόλια περιέχουν υδράργυρο.
Ο υδράργυρος στο παρελθόν χρησιμοποιούνταν ως συστατικό διαφόρων χημικών ενώσεων (π.χ. thimerosal) σε κάποια είδη εμβολίων. Ο λόγος ήταν πως δρούσε προστατευτικά για την αποφυγή ανάπτυξης μικροοργανισμών και μυκήτων, κατά την είσοδο της βελόνας στο φιαλίδιο. Το 1999 οι αρχές Δημόσιας Υγείας των Η.Π.Α. συνέστησαν την αποφυγή της χρήσης του, με αποτέλεσμα σήμερα όλα τα παιδικά εμβόλια να μην περιέχουν υδράργυρο. Ταυτόχρονα, όλες οι επιστημονικές μελέτες που έχουν καταγραφεί υποστηρίζουν πως δεν σχετίζεται η παρουσία υδραργύρου στα εμβόλια με την εμφάνιση αυτισμού στα παιδιά.
Η παρουσία αλάτων αλουμινίου (σε ίχνη) στα εμβόλια δρα επίσης άκρως ενισχυτικά, καθώς εντάσσεται στην κατηγορία των ανοσοενισχυτικών (adjuvant) και οδηγεί στην παραγωγή ενός ισχυρού εμβολίου, με αποτέλεσμα μία ακόμη καλύτερη ανοσοποιητική απόκριση του οργανισμού. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση τους ακολουθεί τους παγκόσμιους κανόνες και είναι εγκεκριμένη από το Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων και Πρόληψης των Η.Π.Α., καθώς και από τον FDA. Στο σημείο αυτό ας σημειωθεί πως το αλουμίνιο χρησιμοποιείται στην παραγωγή πληθώρας τροφών και ποτών, σε φρούτα και λαχανικά, σε γαλακτοκομικά προϊόντα, σε βρεφικές τροφές ακόμη και στο μέλι.
Τα εμβόλια προκαλούν αυτισμό στα παιδιά.
Δεν υπάρχει κανένα επιστημονικό εύρημα που να τεκμηριώνει σύνδεση μεταξύ εκδήλωσης αυτισμού και εμβολίου. Η άποψη αυτή στηρίχθηκε στη μελέτη ενός γαστρεντερολόγου από τη Βρετανία που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet, η οποία στηρίχθηκε σε λανθασμένα στοιχεία και πολύ γρήγορα αποσύρθηκε, ενώ η Βρετανία αφαίρεσε άμεσα από το γιατρό που την υποστήριξε την άδεια άσκησης επαγγέλματος. Έτσι, δυστυχώς μια λανθασμένη και για εμπορικούς κυρίως λόγους έρευνα, οδήγησε στη δημιουργία μίας ατεκμηρίωτης και πολύ επικίνδυνης άποψης του κοινού ως προς την ασφάλεια των εμβολίων.
Τα εμβόλια δεν χρειάζονται πια γιατί οι ασθένειες που προλαμβάνουν έχουν εξαφανιστεί.
Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που δεν υπάρχουν πια οι ασθένειες, η ευρεία εφαρμογή του εμβολιασμού! Εάν αυτός σταματήσει ή περιοριστεί, τότε δεν θα υπάρχει ανοσία του συνόλου και οι νόσοι θα επανεμφανιστούν. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επανεμφάνιση της ιλαράς σε χώρες που για δεκαετίες είχε εξαλειφθεί. Ας σημειωθεί πως σε αυτές συγκαταλέγεται το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, η μεγάλη μετακίνηση των πληθυσμών έχει επαναφέρει σε πολλές χώρες ασθένειες που λόγω της εμβολιαστικής κάλυψης των κατοίκων είχαν εκλείψει.
Οι σημερινές συνθήκες υγιεινής που επικρατούν, καθιστούν τα εμβόλια μη αναγκαία.
Βεβαίως και οι συνθήκες προσωπικής και συλλογικής υγιεινής όπως και το μολυσμένο νερό είναι βασικοί τρόποι εξάπλωσης μολυσματικών ασθενειών, ωστόσο δεν αρκούν για να διασφαλιστεί η “ανοσία αγέλης”, δηλαδή η ανοσία ενός πληθυσμού απέναντι σε μια νόσο. Μπορεί να μειώνεται ο κίνδυνος της εξάπλωσης μιας νόσου και της πρόκλησης επιδημίας, ωστόσο δεν μπορεί να διασφαλιστεί ότι δεν θα εμφανιστεί καθόλου η νόσος. Άλλωστε, οι ιοί και τα μικρόβια είναι ανθεκτικά και ζουν σε επιφάνειες ή στον αέρα για πολλές ώρες. Έτσι, ακόμη κι αν βήξει κάποιος ασθενής δίπλα σου, αρκεί για να κολλήσεις κι εσύ.
Συχνές ερωτήσεις σε γιατρούς για τα εμβόλια
Διότι τα παιδιά είναι πιο πιθανό να έρθουν σε επαφή με τους ιούς από τους οποίους προφυλάσσουν σε πολύ μικρή ηλικία. Επίσης, οι επιπλοκές σε πολύ μικρή ηλικία θα είναι μεγαλύτερες. Σε αυτό το γεγονός, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και το “ανώριμο” ανοσοποιητικό τους σύστημα, το οποίο ολοκληρώνεται σταδιακά. Αυτό καθιστά τον εμβολιασμό τους απαραίτητο ακόμη και αμέσως μετά τη γέννηση, σε ορισμένες περιπτώσεις. Αν αναβληθεί ο εμβολιασμός για μεγαλύτερη ηλικία, μπορεί να είναι ήδη αργά.
Καλό θα ήταν να μη συμβαίνει αυτό. Ο εμβολιασμός που συνιστάται από το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού θα πρέπει να γίνει οπωσδήποτε για να καλυφθεί ανοσιακά το παιδί. Αν δεν εμβολιαστεί για κάποιες παθήσεις, αυτό σημαίνει ότι είναι εκτεθειμένο σε αυτές. Η ανοσία σε μια πάθηση που αποκτάται μέσω του εμβολίου για αυτή, δεν εξασφαλίζει ανοσία σε όλες τις παθήσεις, αλλά μόνο σε αυτή για την οποία προορίζεται. Επιπλέον, με τον εμβολιασμό βοηθάμε να εξασφαλιστεί και η “ανοσία αγέλης”, που είναι απαραίτητη για να προστατέψει τις ευαίσθητες ομάδες υψηλού κινδύνου. Αν επιλέγουμε ποια εμβόλια θα κάνουμε είναι πιθανό να επιστρέψουν ασθένειες που μέχρι σήμερα είχαν εξαλειφθεί λόγω του μαζικού εμβολιασμού. Αν για τον οποιονδήποτε λόγο έχεις αμφιβολίες για κάποιο εμβόλιο, απευθύνσου στον παιδίατρο και συζήτησε αυτές τις ανησυχίες σου μαζί του.
Ναι, είναι πιο αποτελεσματική, ωστόσο ενέχει πολύ σοβαρός κίνδυνος επιπλοκών. Για παράδειγμα, η ανεμοβλογιά μπορεί να οδηγήσει σε πνευμονία, η πολιομυελίτιδα σε μόνιμη παραμόρφωση και παράλυση, η παρωτίτιδα σε κώφωση, η αιμόφιλος ινφλουέντσα σε μόνιμη εγκεφαλική βλάβη ή ακόμη και στο θάνατο. Ο εμβολιασμός αποτρέπει τη νόσηση από αυτές τις ασθένειες, άρα και τις δυσμενείς συνέπειές τους.